Τετάρτη 22 Αυγούστου 2012

Μια στεκιά στο μάτι του μοντεζούμα, κεφ. 53

Περίμενα τη Μόλλυ και κάπνιζα σ' ένα καφενεδάκι στην πρώτη πλατεία του Ψυχικού είχα αργήσει δέκα λεπτά αλλά δεν ήταν πουθενά ακόμα.
Θα με φιλήσει απαλά στα χείλη και θα 'χει τη γεύση του κοκκινόξανθου
εκείνου σιροπιού που αφήνουν τα σφεντάμια το φθινόπωρο.
Το πρόσωπό της
χρώματα φθινοπώρου χλωμό κόκκινο του πλατανόφυλλου στα μάγουλα που χρύσιζε στα ζυγωματικά το τελευταίο σκούρο πράσινο πριν τον χειμώνα μες στα μάτια-και τα μαλλιά της σκούρα κοντά με ίσιες αφέλειες στο μέτωπο σαν της Λουίζ Μπρουκς.

Μπορεί όμως και να χει χοντρύνει και να 'χει γίνει σα φακλάνα.



Απόσπασμα από το βιβλίο του Νίκου Νικολαΐδη,
μια στεκιά στο μάτι του μοντεζούμα
Όπως και να το κάνουμε,
το φθινόπωρο είναι προ των πυλών
όσο και να θέλουν οι λάτρεις του καλοκαιριού
να μας πείσουν για το αντίθετο...

Τρίτη 21 Αυγούστου 2012

coming_

Πως πέρασε ο καιρός, είδες;
Σαν χθες ήταν που έφυγες.


(φωτογραφία από)

4 και απόψε...
-Θα με περιμένεις στο λιμάνι...
-Θα σε περιμένω στο λιμάνι...

... θα με περιμένεις.

Θα κατέβω,

θα μπερδευτούνε τα πόδια μας μες τις βαλίτσες.

- Μα βάστα με.

Σαν αγκαλιαστούμε...

- Αν με περιμένεις...


ημέρα 19η






Κυριακή 12 Αυγούστου 2012

broken flowers



μέσα στην τσάντα μου, υπάρχουν ακόμα κομμάτια
από τα ξεραμένα λουλούδια που μας έδωσαν στο τελευταίο ταξίδι.
Θυμάσαι;
Κι ένα κομμάτι ξεραμένος βασιλικός, τυλιγμένος σε μια χαρτοπετσέτα
Σου είχα πει να τα κρατήσεις και τώρα, απορώ που τα βλέπω ξανά στην τσάντα μου.
Ή μήπως είναι η δική σου τσάντα;
10η ημέρα

Πέμπτη 9 Αυγούστου 2012

επανάληψη



Σχημάτισα τον αριθμό της Μόλλυ έτοιμος να το κλείσω έτσι και άκουγα τη φωνή του λεμούριου το σήκωσε ηΜόλλυ-μπορείς να μιλήσεις;-Έλα!...-μπορείς να μιλήσεις;-ναι έλα-άσε τα έλα πιάσε χαρτί και μολύβι-γιατί;-για να γράψεις μια διεύθυνση-τι διεύθυνση-μια διεύθυνση που θα σου πω και μετά θα πάρεις την Μπέττυ-γιατί;-για να της δώσεις τη διεύθυνση-και γιατί παρακαλώ δεν παίρνεις εσύ την Μπέττυ;-γιατί μπορεί να το σηκώσει ο γέρος της-α!..μια στιγμή να πάρω χαρτί και μολύβι με γάμησε.
-Έλα-γράφεις τώρα;-γράφω

Ημέρα 9η
Όταν γυρίσεις, να ξέρεις πως θα ήθελα να ξαναπάμε μια βόλτα
το ταξίδι που κάναμε πριν φύγεις.
Μπορεί να μην είναι τίποτα το ίδιο
αλλά είναι το ταξίδι μας.

το απόσπασμα είναι από τη σελίδα 135 του βιβλίου
Μια Στεκιά Στο Μάτι Του Μοντεζούμα του
Νίκου Νικολαΐδη

Δευτέρα 6 Αυγούστου 2012

meeting_point



«Μου φαίνεται πως τώρα ήρθε η ώρα
να περπατήσουμε σωστά τον λάθος δρόμο
κι υπάρχει μόνο ένας τρόπος να μη χαθούμε …
-Να ξεχαστούμε αλλά να μην ξεχάσουμε.»





Από το βιβλίο του Νίκου Νικολαΐδη
Μια Στεκιά Στο Μάτι Του Μοντεζούμα

ημέρα 4η

Κυριακή 5 Αυγούστου 2012

no_home


Πράξη 1η



...μεσημέρι, τηλέφωνο..
-έλα ρε τι έγινε?
-...................................
- καλά εδώ μια βόλτα, στ Χώρα έχουμε έρθει! εσείς?
- .................................................................................
-δηλαδή?όταν έρθω να πάρω και τα συμπράγκαλα μαζί?
(_ποιός είναι? -ο Μάνος)


Πράξη 2η


-τι να κάνω?

- να πας..
-ε ναι.. αφού εδώ δεν έκατσε, μπορεί όλα τελικά να έγιναν για καλό!
-......................
-ΤΙ?
-τίποτα.
-δεν θέλεις να πάω?
-θέλω αλλά στεναχωριέμαι που χρειάζεται να φύγεις..
- δεν θα είναι για πάντα!
-το ξέρω, αλλά είναι η πρώτη φορά που κάποιος από τους δυο φεύγει..
-θα ξανάρθω
-..................
-ΤΙ?
- φοβάμαι πως δεν θα γίνει αυτό..
-μη λές βλακείες
- νιώθω ότι είναι η τελευταία
φορά που κάνουμε πράγματα μαζί
-αυτά να μην έλεγες ...._....αυτά που νιώθω δεν αλλάζουν!
-........................................

Πράξη 3η


-έλα να δούμε τα δρομολόγια
-πρωί λές ή απόγευμα?
-φεύγω από εδώ πρωί και για πέρα απόγευμα με το γρήγορο
-για πάτα λίγο να δούμε τιμές
-οικονομική θέση στο γρήγορο
.........................64,..
-ιιιιιι!!!! ας δούμε το απλό
..........................33,..
-ε ναι εντάξει,δεν πειράζει που θα κάνει λίγη ώρα παραπάνω


Πράξη 4η (τελευταία)



η Μόλλυ 6 με 8




Τίς Κυριακές ή Μόλλυ φορούσε κάτι πουλοβεράκια ανγκορά πότε ένα ρουμπινί καί πότε ένα πράσινο αχνό σέ χρώμα ραδιοφωνάκι βακελίτη που τάραζε καί ξεσήκωνε ένα πετάρισμα στό στομάχι μου κι αυτή που τό καταλάβε τίς Κυριακές φορούσε πάντα τό πράσινο.

Η Μόλλυ ήταν το κορίτσι της Κυριακής και για μένα η Μόλλυ 6 με 8. Ήταν η μόνη απ τα κορίτσια της παρέας που τα κατάφερνε Σάββατο απόγευμα να χει κάνει όλα τα Δευτεριάτικα μαθήματα κι αυτό τέσσερις ώρες μετά το σχόλασμα.

—Γιατί ‘σαι θυμωμένη μαζί μου; —Εσύ ‘σαι θυμωμένος. —Δεν είμαι. —Είσαι. —Εντάξει είμαι. —Βλέπεις; και κει δεν κρατήθηκα.
—άντε και γαμήσου Μόλλυ.
Άκουσα την ησυχία να βράζει στη γραμμή για λίγο κ’ ύστερα τη φωνή της πρώτη φορά έτσι ήρεμη και σίγουρη.
—Κάποτε θα πάω να γαμηθώ αλλά μαζί σου ποτέ!
Κ’ έκλεισε μαλακά το τηλέφωνο.

—φεύγω είπε σιγά.
—κ’ εγώ φεύγω Μόλλυ πίνω το ποτό μου και φεύγω.
—Φεύγω απ’ την Ελλάδα
—τι φεύγεις απ’ την Ελλάδα;
—Φεύγω για πάντα—καλά δεν καταλαβαίνεις τίποτα;


Απόσπάσματα από το βιβλίο του Νίκου Νικολαΐδη
Μια Στεκιά Στο Ματι Του Μοντεζούμα